Φυσικοί Κίνδυνοι
Πανδημίες
Καταρτίστηκε από το CEMEC – Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ιατρική των Καταστροφών – Σαν Μαρίνο & τη Συντακτική Επιτροπή
Ο βιολογικός κίνδυνος είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πιθανότητα που υπάρχει να προκληθεί ασθένεια από βιολογικούς παράγοντες, όπως παθογόνοι μικροοργανισμοί, ιοί, τοξίνες, σπόροι, μύκητες, διαβιβαστές ή φορείς της ασθένειας, όπως οι ίδιοι οι άνθρωποι, τα ζώα και τα φυτά.
Οι πηγές αυτές ενδέχεται να έχουν ποικίλες αρνητικές επιδράσεις στην υγεία, από δερματικούς ερεθισμούς και αλλεργίες μέχρι λοιμώξεις και απειλητικά για τη ζωή νοσήματα. Σήμερα, με την εν εξελίξει λεγόμενη «νόσο του νέου κορωνοϊού» ή πανδημία COVID-19, αντιμετωπίζουμε ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα υγείας που βίωσε ποτέ ο κόσμος. Οι ειδικοί την δημόσιας υγείας πιστεύουν ότι η ανθρωπότητα διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο από ποτέ, καθώς είναι αντιμέτωπη με εξάρσεις μεγάλης κλίμακας και παγκόσμιες πανδημίες. Οι επιδημίες φαίνεται να εξαπλώνονται ταχύτερα και ευρύτερα από ποτέ και εξάρσεις που ήταν προηγουμένως περιορισμένες τοπικά μπορούν πλέον να μετατραπούν σε πανδημία πολύ γρήγορα εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων όπως η αύξηση του πληθυσμού, η παγκοσμιοποίηση και η κλιματική αλλαγή. Οι άμεσες επιπτώσεις των πανδημιών στην υγεία μπορούν να είναι καταστροφικές, τόσο όσον αφορά τη δημόσια υγεία, όσο και όσον αφορά την οικονομική και κοινωνική ευημερία, και έχουν σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο. Τα σχέδια πρόληψης πανδημιών πρέπει να εφαρμόζονται σε παγκόσμια κλίμακα.
Η επιτήρηση των νοσημάτων παραμένει από τους πλέον σημαντικούς τομείς της επιστήμης και η πρόληψη των πανδημιών μέσω επενδύσεων στην έρευνα και την ανάλυση των περιστάσεων στις οποίες βασίζονται οι εξάρσεις μπορούν να σώσουν χιλιάδες ζωές
Πρόσφατα γεγονότα πανδημίας
Στην παρούσα επισκόπηση παρατίθενται μερικά παραδείγματα πανδημιών. Η ιστορία των πανδημιών καταδεικνύει ότι στο παρελθόν προκαλούνταν κυρίως από βακτήρια (π.χ. πανώλη, χολέρα, κ.λπ.), ενώ από τον 20ό αιώνα οι κυριότερες πανδημίες προκλήθηκαν από ιούς, ιδίως αυτούς της γρίπης.
Οι φόβοι των παγκόσμιων υγειονομικών αρχών επικεντρώνονται κυρίως στους ιούς της γρίπης, καθώς οι νέες πανδημίες εμφανίζονται ανά τακτά διαστήματα 20-40 ετών και σχετίζονται με τις συνεχείς μείξεις αντιγόνων ζωικών (χοίρων, πτηνών) και ανθρώπινων ιών γρίπης. Αυτός ο συνεχής γενετικός ανασυνδυασμός μπορεί επίσης να παράγει στελέχη ιδιαίτερα επιθετικά στους ανθρώπους τα οποία παρουσιάζουν ραγδαία μεταδοτικότητα μεταξύ ανθρώπων εξαιτίας του πρόσφορου εδάφους που παρέχει ένα ανοσοποιητικό σύστημα ανενεργό απέναντι στον νέο ιό, καθώς δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ το συγκεκριμένο στέλεχος. Το σημείο αυτό του BeSafeNet θα βοηθήσει να κατανοήσουμε την εκδήλωση, τα χαρακτηριστικά και τον αντίκτυπο των βιολογικών κινδύνων· πρόκειται για ένα θέμα που θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης.
Ισπανική γρίπη 1918
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα η ισπανική γρίπη έπληξε το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού και ήταν ιδιαίτερα σοβαρή, καθώς υπολογίζεται ότι προκάλεσε 50-100 εκατομμύρια θανάτους ανθρώπων, με κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες που επηρέασαν και τις μεταγενέστερες γενιές.
SARS 2002-2003
Το SARS (ακρωνύμιο για το Σοβαρό Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο) είναι μια άτυπη μορφή πνευμονίας που προκαλείται από κορωνοϊό, ο οποίος προκάλεσε την έξαρση επιδημίας στην Άπω Ανατολή μεταξύ 2002 και 2003 με αρκετές εκατοντάδες θανάτους. Χάρη στην απομόνωση του ιού αναπτύχθηκε σύντομα εμβόλιο και αποτελεσματικές θεραπείες που περιόρισαν τη διάδοση της νόσου. Ο Carlo Urbani, ο Ιταλός γιατρός που το ανακάλυψε, έμεινε στην ιστορία της ιατρικής ως ο άνθρωπος που αναγνώρισε πρώτος τη νόσο και έχασε τη ζωή του στη μάχη για την αντιμετώπισή της.
Έμπολα 2014
Το 2014 ο ιός Έμπολα έπληξε τρεις αφρικανικές χώρες (Γουϊνέα, Λιβερία και Σιέρρα Λεόνε) και έξι άλλες χώρες σε τρεις ηπείρους προκαλώντας παγκόσμιο πανικό.
Ζίκα 2015
Το 2015 ο ιός Ζίκα, ο οποίος μεταδόθηκε από το κουνούπι Aedes Aegypti (κουνούπι τίγρης), πυροδότησε ένα κύμα μικροκεφαλίας στη Βραζιλία που προκαλούσε τρομερή βλάβη στον εγκέφαλο κατά το εμβρυικό στάδιο και έπληξε περισσότερες από 70 χώρες παγκοσμίως.
Γρίπη
Εκτός από τα ιστορικά παραδείγματα η πιο εμφανής «σύγχρονη» πανδημία είναι η γρίπη, η οποία εμφανίζεται με ετήσια σχεδόν περιοδικότητα, σε περιοχές αρκετών ηπείρων, σχεδόν ταυτόχρονα. Άλλα παραδείγματα σημερινών πανδημιών είναι του HIV/ AIDS (από το 1981) και της COVID-19 από το 2019.
SARS-CoV2 2019
Στις 11 Μαρτίου 2020 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) κήρυξε πανδημία λόγω του νέου κορωνοϊού 2019-nCoV, μετέπειτα καλούμενου SARS-CoV2, ο οποίος προκαλεί COVID-19 (Co: κορωνοίός Vi: ιός, D: νόσος 19) και απομονώθηκε για πρώτη φορά στον άνθρωπο στα τέλη του 2019 στην πόλη Ουχάν στην Κίνα. Ο Li Wenliang, ο γιατρός στην Ουχάν που πρώτος σήμανε τον κίνδυνο για έναν νέο κορωνοϊό, δεν εισακούστηκε επαρκώς και κατηγορήθηκε από την κινεζική αστυνομία για διάδοση ψευδών ειδήσεων. Έναν μήνα αργότερα προσβλήθηκε από COVID-19 και πέθανε σε ηλικία μόλις 34 ετών.
Επί του παρόντος (Άνοιξη 2021) περίπου 29,5 εκατ. άνθρωποι έχουν προσβληθεί παγκοσμίως και έχουν σημειωθεί περίπου 900 000 θάνατοι. Κατά φθίνουσα σειρά, οι χώρες με τον υψηλότερο αριθμό θυμάτων είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βραζιλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, Ινδία και έπειτα η Ιταλία, η οποία ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετώπισε τον ιό. Η νόσος COVID-19 είναι συχνά αυτοπεριοριζόμενη και εμφανίζει μόνο συμπτώματα παρόμοια με αυτά της γρίπης. Ωστόσο μπορεί να αποβεί θανατηφόρα, γιατί ενδέχεται να οδηγήσει σε πνευμονία με οξύ αναπνευστικό σύνδρομο και διάχυτη αγγειίτιδα σε άτομα με υποκείμενη νόσο, άτομα με ανοσοκαταστολή ή ηλικιωμένους. Η πορεία της νόσου στα παιδιά είναι αυτοπεριοριζόμενη και προσομοιάζει με κοινό κρυολόγημα. Επί του παρόντος δεν υπάρχει θεραπεία που να έχει αποδειχτεί αποτελεσματική για τη νόσο COVID-19. Η θεραπεία είναι κυρίως υποστηρικτική και βασίζεται σε αντι-ιικά φάρμακα, για παράδειγμα αντιρετροϊκά φάρμακα που χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του HIV/AIDS, χλωροκίνη ή ανοσοτροποποιητικά φάρμακα. Ο προφυλακτικός εμβολιασμός φαίνεται να είναι η πιο υποσχόμενη στρατηγική στην καταπολέμηση του κορωνοϊού για τον οποίο δεν υπάρχει ακόμα αποτελεσματική θεραπεία.
Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα υγείας που αντιμετωπίζει ο κόσμος σήμερα είναι η απειλή μια παγκόσμιας έξαρσης νόσου, της λεγόμενης πανδημίας. Η πανδημία είναι μια επιδημική λοιμώδης νόσος που εξαπλώνεται ραγδαία σε πολλές περιοχές του πλανήτη και πλήττει πολύ μεγάλο αριθμό ατόμων. Σύμφωνα με τον ορισμό του ΠΟΥ (Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας), πανδημία κηρύσσεται όταν μια νέα νόσος εξαπλώνεται παγκοσμίως και αφορά τουλάχιστον δύο ηπείρους. Όταν χρησιμοποιείται αναφορικά με μεταδοτικές νόσους ή παθήσεις, ο κίνδυνος συνίσταται στο ότι ολόκληρος ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι πιθανό να εκτεθεί στον παθογόνο παράγοντα και να αναπτύξει τη νόσο. Αυτές οι νόσοι προκαλούνται από προσφάτως ανιχνευμένους ή επανεμφανισθέντες βιολογικούς παράγοντες. Η ανάλυση της ιστορίας των εξάρσεων που προκλήθηκαν από τους εν λόγω παράγοντες και των τάσεων στα επιδημιολογικά δεδομένα μπορούν να διευκολύνουν τον καλύτερο προσδιορισμό των σχετιζόμενων κινδύνων για το σύνολο του πληθυσμού, και να βοηθήσουν να σωθούν ζωές.
Δεν είναι ισότιμοι όλοι οι όροι για τις λοιμώδεις νόσους, παρόλο που συχνά εσφαλμένα χρησιμοποιούνται ως ταυτόσημοι. Η διάκριση μεταξύ των λέξεων «πανδημία», «επιδημία» και «ενδημία» είναι κατά κανόνα εσφαλμένη.
Επιδημία είναι μια νόσος η οποία πλήττει μεγάλο αριθμό ατόμων στο εσωτερικό μιας κοινότητας, ενός πληθυσμού ή μιας περιοχής. Πανδημία είναι η επιδημία που εξαπλώνεται σε πολλές χώρες ή ηπείρους. Έξαρση είναι η μεγαλύτερη από την αναμενόμενη αύξηση του αριθμού των ενδημικών περιπτώσεων. Μπορεί επίσης να πρόκειται για μεμονωμένη περίπτωση σε νέα περιοχή. Εάν δεν ελεγχθεί γρήγορα, η έξαρση μπορεί να μετατραπεί σε επιδημία.
Ενδημίας είναι η νόσος που υπάρχει διαρκώς σε μια περιοχή, για παράδειγμα η ελονοσία είναι ενδημική σε ορισμένα μέρη της Αφρικής.
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ επιδημιών και ενδημιών;
Η επιδημία συχνά περιορίζεται σε μια περιοχή, αλλά ο αριθμός των προσβεβλημένων στην εν λόγω περιοχή είναι σημαντικά υψηλότερος από τον συνήθη. Για παράδειγμα όταν η COVID 19 ήταν περιορισμένη στην Ουχάν, Κίνα, επρόκειτο για επιδημία. Η γεωγραφική εξάπλωση τη μετέτρεψε σε πανδημία.
Πανδημία είναι η παγκόσμια έξαρση νόσου. Διαφέρει από την έξαρση ή την επιδημία επειδή:
- πλήττει ευρύτερη γεωγραφική περιοχή, συχνά δε η επίδραση είναι παγκόσμια,
- προσβάλλει μεγαλύτερο αριθμό ατόμων από ό,τι η επιδημία,
- συχνά προκαλείται από νέο ιό ή στέλεχος ιού που δεν κυκλοφορεί για μεγάλο χρονικό διάστημα μεταξύ των ανθρώπων. Οι άνθρωποι συνήθως παρουσιάζουν χαμηλή ή καθόλου ανοσία απέναντι στον ιό. Ο ιός εξαπλώνεται γρήγορα από πρόσωπο σε πρόσωπο παγκοσμίως,
- προκαλεί πολύ περισσότερους θανάτους από τις επιδημίες,
- συχνά προκαλεί κοινωνική διαταραχή, οικονομική ζημία και γενική δυσχέρεια.
Κατά τη διάρκεια έξαρσης ανθρώπινης λοιμώδους νόσου ο αριθμός των πληττόμενων διαφέρει ανάλογα τη νόσο, την τοποθεσία, το μέγεθος του ευαίσθητου πληθυσμού και το περιβάλλον,· ο χειρότερος κίνδυνος είναι ότι η λοίμωξη μπορεί να εξαπλωθεί παγκοσμίως και να μετατραπεί σε πανδημία. Οι βιολογικοί παράγοντες μπορούν να μεταδοθούν με την κατάποση (τυχαία κατάποση ή με επαφή των χεριών με το στόμα), εισπνοή, σεξουαλική επαφή, μέσα από τις μεμβράνες των ματιών ή μέσω της επαφής με πληγωμένη επιδερμίδα. Συνεπώς, για να αναπτυχθεί η νόσος πρέπει να υπάρχει επαρκής αριθμός παθογόνων μικροοργανισμών ώστε να κάμψουν την άμυνα του οργανισμού. Ο αριθμός αυτός διαφέρει από παθογόνο σε παθογόνο και οι μολυσματικές δόσεις για ορισμένα παθογόνα είναι άγνωστες, ενώ περιπλέκονται περαιτέρω από τη διακύμανση στην ευαισθησία που οφείλεται σε περιβαλλοντικούς/ανθρώπινους μεταβολικούς παράγοντες.
Τον 21ο αιώνα οι επιδημίες φαίνεται να εξαπλώνονται ταχύτερα και ευρύτερα από ό,τι κατά το παρελθόν. Οι εξάρσεις που ήταν προηγουμένως περιορισμένες τοπικά μπορούν να μετατραπούν σε πανδημία ταχύτατα εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων: αύξηση του πληθυσμού, αυξανόμενη αστικοποίηση, μεγαλύτερη ζήτηση για ζωική πρωτεΐνη, περισσότερες μετακινήσεις και συνδεσιμότητα μεταξύ αστικών κέντρων, απώλεια οικοτόπων, κλιματική αλλαγή κ.λπ. Με τον παγκόσμιο πληθυσμό να εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 9,7 δισεκατομμύρια έως το 2050 και τη σταθερή αύξηση των μετακινήσεων και του εμπορίου τα συστήματα δημόσιας υγείας θα έχουν λιγότερο χρόνο να ανιχνεύσουν και να περιορίσουν μια πανδημία προτού εξαπλωθεί.
Οι ειδικοί της δημόσιας υγείας πιστεύουν ότι σήμερα διατρέχουμε μεγαλύτερο κίνδυνο να βιώσουμε εξάρσεις μεγάλης κλίμακας και παγκόσμιες πανδημίες.
In the 21st century, epidemics seem to spread faster and further than before. Outbreaks that were previously localized can now become pandemic very rapidly due to a series of factors: population growth, increasing urbanization, greater demand for animal protein, greater travel and connectivity between population centers, habitat loss, climate change etc. With the global population estimated to reach 9.7 billion by 2050 and with travel and trade steadily increasing, public health systems will have less time to detect and contain a pandemic before it spreads.
Public health experts believe that we are now at greater risk of experiencing large-scale outbreaks and global pandemics.
Παγκοσμιοποίηση: η γρήγορη και έντονη κινητικότητα των ατόμων, μαζί με τις αυξημένες μεταφορές και τις διεθνείς μετακινήσεις, οδηγεί σε ταχεία εξάπλωση των λοιμώξεων. Συνεπώς, ένα άτομο που ταξιδεύει από τη μια άκρη του πλανήτη μπορεί να μεταφέρει μια νέα νόσο στην άλλη άκρη μέσα σε λίγες ώρες, πριν ακόμα εμφανίσει συμπτώματα.
Αύξηση του πληθυσμού: με την αύξηση του πληθυσμού αυξάνεται και η ανάγκη για γη και στέγαση. Οι πληθυσμοί επεκτείνονται σε περιοχές μέχρι πρότινος ακατοίκητες, όπως δάση. Οι νέες περιοχές οδηγούν στην επαφή με νέα ζώα και αναπόφευκτα με νέες λοιμώξεις. Σε πολλές πληττόμενες χώρες η αδυναμία του υφιστάμενου συστήματος υγειονομικής περίθαλψης εμποδίζει την αποτελεσματική πρόσβαση σε ιατρικές παρεμβάσεις, πρόληψη των λοιμώξεων και πρακτικές ελέγχου. Η μετανάστευση ευθύνεται επίσης για τον αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων. Εκατομμύρια άνθρωποι που εμπλέκονται σε πολυάριθμες ανθρωπιστικές κρίσεις, οι οποίοι προσπαθούν να ξεφύγουν από εμφύλιες διαμάχες, πολιτική αστάθεια, συγκρούσεις, πολέμους και φυσικές καταστροφές, ξεριζώθηκαν από τα σπίτια τους και έγιναν πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο ή οικονομικοί μετανάστες, και συχνά ζουν σε συνθήκες συνωστισμού που τους καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτους σε ασθένειες. Οι ανωτέρω αναφερόμενες συγκρούσεις και πόλεμοι δεν συνεπάγονται μόνο απώλειες αμάχων και εκτοπίσεις, αλλά καταστρέφουν τις εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης ακριβώς την περίοδο και στα μέρη που τις έχουν περισσότερο ανάγκη.
Τις τελευταίες δεκαετίες αναγνωρίστηκαν νέες λοιμώδεις νόσοι και επανεμφανίστηκαν ορισμένες ήδη γνωστές. Ο συνδυασμός της κακής χρήσης των αντιβιοτικών στην ιατρική και την κτηνιατρική, της αντοχής στα αντιβιοτικά καθώς και της γενετικής μετάλλαξης των βιολογικών παραγόντων έχει προκαλέσει ένα περαιτέρω ταχέως αναδυόμενο πρόβλημα σχετικά με την παγκόσμια εξάπλωση των λοιμώξεων. Οι ιοί είναι τα μικρόβια που είναι πιθανότερο να δημιουργήσουν πανδημίες, καθώς είναι τα καλύτερα προσαρμοσμένοι στο να μεταπηδούν από είδος σε είδος.
Δυνητικά επικίνδυνες αλλαγές πραγματοποιούνται και στη χρήση της γης, τις γεωργικές πρακτικές και την παραγωγή τροφίμων, όπως οι αγορές ζώντων πουλερικών και ζώων και η αποψίλωση, με αυξημένη ζήτηση κρέατος για ανθρώπινη κατανάλωση – η οποία επίσης συνεπάγεται την αυξημένη επαφή μεταξύ ανθρώπων και άγριας ζωής και τη μετάδοση ζωονόσων [την ασθένεια του ύπνου που προκαλείται από το T brucei rhodesiense (ή άλλο) παράσιτο που μπορεί να μεταδοθεί από τα ζώα στον άνθρωπο].
Εξακολουθούν να ανακύπτουν στοιχεία που δείχνουν ότι η κλιματική αλλαγή συνεπάγεται περισσότερους καύσωνες και πλημμύρες, με αποτέλεσμα την ενίσχυση της ανάπτυξης υδατογενών νόσων όπως η χολέρα και φορέων ασθενειών όπως τα κουνούπια στις νέες περιοχές.
Οι λοιμώδεις νόσοι δεν γνωρίζουν σύνορα και η πανδημία είναι εξ ορισμού μια επιδημική λοιμώδης νόσος που εξαπλώνεται ραγδαία σε πολλές περιοχές του πλανήτη, παρά την ύπαρξη στοιχείων που καταδεικνύουν ότι οι νέες εξάρσεις συνήθως ξεκινούν στην Ασία ή την Αφρική. Οι περισσότερες νέες πανδημίες προέρχονται από τη «ζωονοσογόνο» μετάδοση παθογόνων από τα ζώα στον άνθρωπο. Οι ζωονόσοι από οικόσιτα ζώα συγκεντρώνονται σε περιοχές με πυκνά συστήματα κτηνοτροφικής παραγωγής, με εντατική και εκτατική κτηνοτροφία και αγορές ζώντων ζώων.
Οι πυκνές συγκεντρώσεις πληθυσμού, ιδίως στα αστικά κέντρα, λειτουργούν ως εστιακά σημεία για τη μετάδοση της νόσου και επιταχύνουν την εξάπλωση των παθογόνων. Επιπλέον, η κοινωνική ανισότητα, η φτώχεια, ο υποσιτισμός και το θερμιδικό έλλειμμα εξασθενούν το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου, ενώ οι περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως η έλλειψη καθαρού νερού και κατάλληλων εγκαταστάσεων υγιεινής ενισχύουν τον ρυθμό μετάδοσης και αυξάνουν τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα. Η πρωτοφανής αλλαγή στον ανθρώπινο πληθυσμό είναι μια από τις αιτίες που οι περισσότερες νόσοι προέρχονται από την Ασία και την Αφρική με ταχεία αστικοποίηση, όπου ζει ήδη το 60 % του παγκόσμιου πληθυσμού. Η μετανάστευση σε αυτή την κλίμακα σημαίνει ότι καταστράφηκαν δασικές εκτάσεις για να δημιουργηθούν οικιστικές περιοχές. Τα άγρια ζώα που αναγκάστηκαν να έρθουν πιο κοντά στις πόλεις αναπόφευκτα έρχονται σε επαφή με οικόσιτα ζώα και τον ανθρώπινο πληθυσμό. Τα άγρια ζώα συχνά είναι φορείς ιών, οι νυχτερίδες για παράδειγμα μπορούν να μεταφέρουν εκατοντάδες ιούς. Οι ιοί που μεταπηδούν από είδος σε είδος μπορούν τελικά να προσβάλλουν τον άνθρωπο. Εν τέλει, η ακραία αστικοποίηση μετατρέπεται σε φαύλο κύκλο: η αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού οδηγεί σε μεγαλύτερη αποψίλωση και η ανθρώπινη επέκταση και η απώλεια οικοτόπων εξοντώνουν τελικά τους θηρευτές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που τρέφονται με τρωκτικά. Με την εξαφάνιση των θηρευτών – ή τουλάχιστον με την οξεία μείωση του αριθμού τους – όσο εκτοξεύεται ο αριθμός των τρωκτικών τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος των ζωονοσογόνων νόσων.
Και στις δύο αυτές ηπείρους πολλές οικογένειες εξαρτώνται από τη γεωργία αυτοσυντήρησης και ελάχιστα από την προμήθεια ζώων. Ο έλεγχος νοσημάτων, η προσθήκη συμπληρωμάτων στις ζωοτροφές και η στέγαση για τα εν λόγω ζώα είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Ο άμεσος αντίκτυπος των πανδημιών στην υγεία μπορεί να είναι καταστροφικός όσο αφορά τη θνησιμότητα και τη νοσηρότητα, για παράδειγμα η πανδημία του HIV/AIDS σκότωσε περισσότερα από 35 εκατ. ανθρώπους από το 1981.
Οι πανδημίες μπορεί να οδηγήσουν στην κατάρρευση των συστημάτων υγείας και ο έμμεσος αντίκτυπος στην υγεία μπορεί να αυξήσει περαιτέρω τα ποσοστά νοσηρότητας και θνησιμότητας. Οι καταλύτες του έμμεσου αντίκτυπου στην υγεία περιλαμβάνουν την εκτροπή ή εξάντληση των πόρων που χρησιμοποιούνται για τη συνήθη περίθαλψη και μειωμένη πρόσβαση στη συνήθη περίθαλψη οδηγώντας σε περαιτέρω θανάτους. Οι πανδημίες συνιστούν καταστροφή όχι μόνο όσο αφορά τη δημόσια υγεία, αλλά και την οικονομική και κοινωνική ευημερία. Τα υγειονομικά μέτρα που εφαρμόστηκαν για τον περιορισμό της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένων του ολικού περιορισμού της κυκλοφορίας, της αναστολής των συναφών με την εργασία δραστηριοτήτων, των μετακινήσεων και του εμπορίου, οδηγούν σε μια παγκόσμια κρίση με μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.
Η πανδημία έχει επίσης σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο γιατί προκαλεί φόβο και αισθήματα πανικού και αβεβαιότητας, καθώς και στιγματισμό των ατόμων που μολύνθηκαν ή προέρχονται από μολυσμένες ζώνες.
Οι πανδημίες μπορούν να προκαλέσουν οξεία και πιο μακροπρόθεσμη ζημία στην οικονομική ανάπτυξη. Οι αναταράξεις της αρνητικής οικονομικής ανάπτυξης αποτελούν άμεση συνέπεια της μείωσης του εργατικού δυναμικού που προκαλείται από την ασθένεια και θνησιμότητα, και έμμεση συνέπεια των αλλαγών συμπεριφοράς που προκαλούνται από τον φόβο. Ο φόβος εκδηλώνεται μέσω ποικίλων αλλαγών συμπεριφοράς. Η μείωση στη ζήτηση που προκαλείται από αποτρεπτική συμπεριφορά (όπως η αποφυγή των μετακινήσεων, εστιατορίων, δημόσιων χώρων και η συχνή απουσία από την εργασία) υπερβαίνει τον οικονομικό αντίκτυπο της συχνής απουσίας που σχετίζεται άμεσα με τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα.
Κατά τη διάρκεια σοβαρής πανδημίας όλοι οι τομείς της οικονομίας—γεωργία, βιομηχανία, υπηρεσίες—αντιμετωπίζουν διαταραχές που ενδέχεται να οδηγήσουν σε ελλείψεις, απότομη αύξηση των τιμών σε προϊόντα ευρείας κατανάλωσης και οικονομική πίεση για ιδιωτικές επιχειρήσεις και κυβερνήσεις.
Τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι επιδημίες και οι πανδημίες μπορούν να έχουν σημαντικές κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες, μέσω της δημιουργίας συγκρούσεων μεταξύ κρατών και πολιτών, της διάβρωσης της κρατικής ικανότητας, της πρόκλησης εκτοπισμών πληθυσμού και της ενίσχυσης των κοινωνικών εντάσεων και των διακρίσεων, ιδίως σε ασταθή κράτη με ιστορικό βίας και αδύναμους θεσμούς.
Οι εξάρσεις λοιμωδών νόσων μεγάλης κλίμακας έχουν άμεσο και παρεπόμενο κοινωνικό αντίκτυπο. Για παράδειγμα, ο διάχυτος πανικός στο κοινό κατά τη διάρκεια των εξάρσεων της νόσου μπορεί να οδηγήσει σε ραγδαία μετανάστευση του πληθυσμού. Τέλος, οι εξάρσεις λοιμωδών νόσων μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα να στιγματιστούν ήδη ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι εθνικές μειονότητες, και να κατηγορηθούν για τη νόσο και τις συνέπειές της.
Οι πανδημίες εμφανίζονται όταν ο λοιμώδης παράγοντας διαφεύγει από τα μέτρα ελέγχου που θεσπίζονται από τις υγειονομικές αρχές για τον περιορισμό του, με συνέπεια την κατάρρευση του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Η ξαφνική εισροή μεγάλου αριθμού άρρωστων ατόμων σε εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης φτάνει σε οριακό σημείο την ικανότητα και τους πόρους των συστημάτων, ακόμη περισσότερο μάλιστα και πιο αισθητά όπου οι πόροι είναι ήδη ανεπαρκείς. Όταν εμφανίζεται και εξαπλώνεται μια επιδημία αναπόφευκτα αυτή προσελκύει την προσοχή του μεγαλύτερου μέρους των παρόχων υπηρεσιών υγείας και μονοπωλεί τους περισσότερους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους του συστήματος υγείας, καθώς και ιατρικά προϊόντα και τεχνολογίες. Τα άτομα, οι προσπάθειες και οι ιατρικές προμήθειες, όλα στρέφονται στην αντιμετώπιση της έκτακτης ανάγκης. Αυτό συχνά οδηγεί στην παραμέληση βασικών και συνηθισμένων στοιχειωδών υπηρεσιών υγείας. Άτομα με προβλήματα υγείας που δεν σχετίζονται με την επιδημία δυσκολεύονται να αποκτήσουν πρόσβαση στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Ως αποτέλεσμα ορισμένα από αυτά τα άτομα ενδέχεται να πεθάνουν, αν η διαταραχή καταβάλει το σύστημα υγείας. Τα ποσοστά θνησιμότητας από άλλες νόσους, για τις οποίες τα άτομα δεν μπόρεσαν να λάβουν θεραπεία, ενδέχεται να αυξηθούν. Επιπλέον, οι χώροι υγειονομικής περίθαλψης, και ιδίως οι αίθουσες επειγόντων περιστατικών, μπορούν να μετατραπούν σε εστίες μετάδοσης. Πολλά άτομα προσβάλλονται εκεί, αν δεν εφαρμόζονται σωστά τα μέτρα πρόληψης και ελέγχου.
Λόγω του συνωστισμού που συνήθως επικρατεί στα περιβάλλοντα υγειονομικής περίθαλψης και τις αίθουσες επειγόντων περιστατικών, η έλλειψη επαρκούς πρόληψης και ελέγχου της λοίμωξης, πχ. μέσω διαλογής, απομόνωσης και άλλων προφυλάξεων, μπορεί να είναι πολύ σημαντική. Οι επαγγελματίες υγείας που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αντιμετώπισης ενδέχεται να προσβληθούν οι ίδιοι και να πεθάνουν. Σε χώρες με ελλείψεις σε προσωπικό υγείας η απώλεια πολλών επαγγελματιών υγείας εξασθενεί περαιτέρω το σύστημα υγείας.
Η ανθρώπινη συμπεριφορά διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση λοιμωδών νόσων και η κατανόηση της επιρροής της συμπεριφοράς αυτής στην εξάπλωση της νόσου μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για τη βελτίωση των προσπαθειών ελέγχου. Η ανθρώπινη συμπεριφορά βασίζεται σε νοοτροπίες, πεποιθήσεις, απόψεις και στην ενημέρωση για τη νόσο, ενώ όλοι οι εν λόγω παράγοντες συνιστούν κρίσιμης σημασίας στοιχεία για τη μείωση της μετάδοσης.
Η επικοινωνία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο μιας επερχόμενης επιδημίας ή πανδημίας με την παροχή πληροφοριών που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα άτομα προκειμένου να προβούν σε προστατευτικές και προληπτικές ενέργειες. Η διάδοση βασικών πληροφοριών (όπως ο τρόπος μετάδοσης του παθογόνου, οδηγίες σχετικά με τη διαχείριση της περίθαλψης των ασθενών, επικίνδυνες πρακτικές και μέτρα προστατευτικής συμπεριφοράς) μπορεί να συμβάλει στην ταχεία και σημαντική μείωση της μετάδοσης της νόσου. Οι πληροφορίες πρέπει να είναι σαφείς, απλές και να παρέχονται μέσα από επίσημα κανάλια: εφημερίδες, τηλεοπτικούς σταθμούς, δικτυακούς τόπους και αρχές δημόσιας υγείας. Για παράδειγμα, αποφάσεις σχετικά με εμβόλια μπορούν να επηρεαστούν από απόψεις και πεποιθήσεις οι οποίες εξαπλώνονται πολύ ταχύτερα από την αντίστοιχη νόσο. Σε μεγάλο αριθμό χωρών οι πολιτικές εμβολιασμού βασίζονται στην εκούσια συμμόρφωση και η πτώση στην εμβολιαστική κάλυψη είχε ως αποτέλεσμα την επανεμφάνιση ορισμένων νόσων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό.
Ωστόσο, πολλές αλλαγές συμπεριφοράς μπορούν να μειώσουν την εξάπλωση λοιμωδών νόσων, όπως η μείωση στον αριθμό των δυνητικά λοιμωδών επαφών, η χρήση μάσκας ή η καλύτερη τήρηση των κανόνων υγιεινής. Η κατάλληλη πληροφόρηση και ενημέρωση σχετικά με μια νόσο που εξαπλώνεται μπορεί να επηρεάσει την υιοθέτηση προστατευτικών συμπεριφορών, όπως ο σεβασμός στα μέτρα καραντίνας, η μείωση των μετακινήσεων, η αναζήτηση θεραπείας γρηγορότερα, κ.λπ.
Ο σχεδιασμός και η προετοιμασία για τις πανδημίες είναι έργο που θα έπρεπε να εκτελείται από τις εθνικές κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς. Ο ΠΟΥ καταρτίζει συστάσεις και κατευθυντήριες γραμμές, παρόλο που δεν υπάρχει οργανωμένο σύστημα που να εφαρμόζεται παγκοσμίως για να εξετάζεται ο βαθμός προετοιμασίας των διάφορων χωρών για τις επιδημίες ή να εκτιμάται η ικανότητά τους για ταχεία ανταπόκριση.
Η πανδημία COVID-19 αποκάλυψε ότι τα υγειονομικά συστήματα πολλών πλούσιων χωρών δεν ήταν προετοιμασμένα και καταβλήθηκαν πλήρως εξαιτίας της έλλειψης εξοπλισμού εντατικής θεραπείας, κλινών και άλλων ιατρικών αναγκών. Πράγματι, ελλείψεις αναμένονταν ακόμα νωρίτερα στην πανδημία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποίησαν για τον κίνδυνο των πανδημιών κατά τις δεκαετίες 2000 και του 2010, ιδίως μετά την έξαρση του SARS του 2002—2004. Το 2018 ο ΠΟΥ δημιούργησε τον όρο Νόσος Χ, ο οποίος «δηλώνει τη γνώση ότι μια σοβαρή διεθνής επιδημία θα μπορούσε να προκληθεί από παθογόνο το οποίο επί του παρόντος δεν είναι γνωστό ότι μπορεί να προκαλέσει ανθρώπινη νόσο» προκειμένου να επικεντρώσει την έρευνα και την ανάπτυξη σε πιθανούς υποψήφιους για την επόμενη άγνωστη πανδημία. Οι διεθνείς διαχωρισμοί και η έλλειψη κατάλληλης συνεργασίας περιορίζουν την ετοιμότητα.
Αρκετοί οργανισμοί έχουν ασχοληθεί επί χρόνια με την προετοιμασία του πλανήτη για επιδημίες και πανδημίες προσπαθώντας να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα σχετικά με τις αναδυόμενες επιδημικές νόσους όπως η νόσος COVID-19, η οποία θα διευκόλυνε την ταχεία ανάπτυξη εμβολίου και την έρευνα για την ανοσία με σκοπό την αντιμετώπιση των εξάρσεων. Εδώ και αρκετούς αιώνες οι επιστήμονες βελτιώνονται ολοένα και περισσότερο στην ερμηνεία πολλών πτυχών του κόσμου μας, συμπεριλαμβανομένων της τροχιάς των πλανητών, του φαινόμενος της παλίρροιας και της πορείας των τυφώνων. Η ικανότητα να κατανοούμε επαρκώς τα φυσικά και τα υλικά συστήματα ώστε να προβαίνουμε σε ακριβείς προβλέψεις είναι ίσως ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ανθρωπότητας.
Ωστόσο, υπάρχουν όρια στην πρόβλεψη της επόμενης έξαρσης νόσου, καθώς οι σημαντικότερες μεταβλητές μπορεί να αλλάξουν σημαντικά από τη μια έξαρση στην άλλη.
Η λοιμώδης νόσος προκαλείται από μεταδιδόμενο παθογόνο. Η μολυσματικότητα της εν λόγω νόσου μπορεί να συνοψιστεί σε έναν αριθμό που καλείται «βασικός ρυθμός αναπαραγωγής» ή R0 ο οποίος περιγράφει το πιθανό εύρος εξάπλωσης του παθογόνου σε δεδομένο πληθυσμό.
Αν οι επιδημιολόγοι γνωρίζουν αρκετά για τον R0 του παθογόνου, προσδοκάται ότι μπορούν να προβλέψουν πτυχές της επόμενης έξαρσής του – και πιθανόν να αποτρέψουν τη μετατροπή εξάρσεων μικρής κλίμακας σε επιδημίες μεγάλης κλίμακας. Θα μπορούσαν να το επιτύχουν με κινητοποίηση πόρων σε περιοχές όπου τα παθογόνα έχουν ιδιαίτερα υψηλές τιμές R0 ή με τον περιορισμό της αλληλεπίδρασης των φορέων της νόσου και των πιο ευαίσθητων μελών μιας κοινωνίας, συνήθως των παιδιών και των ηλικιωμένων.
Τα χαρακτηριστικά της επιδημίας – η μεταδοτικότητα του παθογόνου, ο ρυθμός μετάδοσης, η διαθεσιμότητα εμβολίων κ.ο.κ., μεταβάλλονται ραγδαία κατά τη διάρκεια μιας μεμονωμένης έξαρσης. Οι επιδημίες συχνά δεν συνιστούν συγκεκριμένα φαινόμενα αλλά σύνολο σεναρίων στο οποίο πολλές μεταβλητές διαδραματίζουν ουσιώδη αλλά μεταβαλλόμενο ρόλο. Δεν υπάρχει κάποια βαθύτερη αλήθεια σχετικά με τις νόσους – μόνο μια ασταθής συλλογή λεπτομερειών που διαφοροποιούνται, και συχνά περιπλέκονται, όσο η νόσος εξαπλώνεται.
Η επιτήρηση των νοσημάτων παραμένει ένας σημαντικός τομέας της επιστήμης. Η προσεκτική εξέταση για μοναδικές συνθήκες που προκαλούν εξάρσεις και η προσεκτικότερη συλλογή δεδομένων μπορούν να σώσουν αναρίθμητες ζωές.
Για την πρόληψη των πανδημιών απαιτούνται προληπτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων που αποσκοπούν στη μείωση των αιτίων μιας νέας λοιμώδους νόσου και την πρόληψη της μετατροπής εξάρσεων και επιδημιών σε πανδημίες. Ένας σημαντικός τρόπος πρόληψης των πανδημιών είναι η επένδυση στην έρευνα, δηλαδή η αναγνώριση νέων παθογόνων. Ορισμένοι επιστήμονες ελέγχουν δείγματα αίματος από άγρια ζώα για νέους ιούς. Οι μηχανισμοί ανίχνευσης παθογόνων ενδέχεται να καταστήσουν δυνατή την κατασκευή ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης με σκοπό την αναγνώριση κοινών χαρακτηριστικών και την ανάπτυξη αντίμετρων και εμβολίων για την αντιμετώπιση ολόκληρων κατηγοριών ιών. Ουσιώδες μέτρο συνιστά η ανάπτυξη γρήγορων δοκιμών και στρατηγικών για την πρόληψη, την έγκαιρη αναγνώριση και τον έλεγχο των λοιμωδών νόσων. Η διασφάλιση του επιπέδου βιοασφάλειας των εργαστηρίων ενδέχεται επίσης να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα στην πρόληψη των πανδημιών. Στρατηγικές για τον περιορισμό των αλυσίδων μετάδοσης ενδέχεται να περιλαμβάνουν:
Εναέρια κυκλοφορία:
- θέσπιση προληπτικών αντίμετρων·
- δημιουργία συγκεκριμένων συστάσεων για ενέργειες φορέων εκμετάλλευσης αερολιμένων και αεροπορικών εταιρειών·
- ανάπτυξη τεχνολογίας για τους ελέγχους που διενεργούνται σε σημεία ελέγχου ασφάλειας των αερολιμένων, όπως θερμόμετρα και εφαρμογές ιατρικής καθοδήγησης για την επισήμανση και χαρτογράφηση ασυνήθιστων επιπέδων πυρετού.
Επιπλέον, η επιτάχυνση της δημιουργίας νέων εμβολίων, φαρμάκων και διαγνωστικών εργαλείων για την παγκόσμια υγεία.
Ο μετριασμός είναι απαραίτητος προκειμένου να διατηρηθεί η θνησιμότητα όσο το δυνατόν χαμηλότερα και επίσης διατηρεί τον αντίκτυπο στην οικονομία εντός διαχειρίσιμων επιπέδων. Τα αντίμετρα μετριασμού περιλαμβάνουν:
- υποχρεωτική καραντίνα·
- απαγόρευση μαζικών συγκεντρώσεων·
- κλείσιμο εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή χώρων εργασίας, όπου εντοπίστηκε λοίμωξη·
- απομόνωση νοικοκυριών, κωμοπόλεων και πόλεων.
Τα εν λόγω μέτρα προλαμβάνουν τη μετάδοση από συμπτωματικά και μη συμπτωματικά κρούσματα και συμβάλλουν έτσι στην επιπεδοποίηση της επιδημίας και τη μετάθεση της κορύφωσής της σε μεταγενέστερο χρόνο. Η κοινωνική αποστασιοποίηση παρέχει χρόνο στις υπηρεσίες υγείας προκειμένου να θεραπεύσουν κρούσματα και να αυξήσουν την ικανότητα αντίδρασής τους, και μακροπρόθεσμα, για την ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών. Η ατομική δράση είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τον έλεγχο της εξάπλωσης της λοίμωξης. Στις δυτικές δημοκρατίες, η ανάληψη δράσης σε προσωπικό και όχι τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο μπορεί να είναι ο σημαντικότερος παράγοντας· η έγκαιρη αυτοαπομόνωση, η αναζήτηση απομακρυσμένης ιατρικής συμβουλής αν δεν υπάρχουν σοβαρά συμπτώματα και η κοινωνική αποστασιοποίηση αποτελούν θεμελιώδους σημασίας ενέργειες. Η κυβερνητική δράση για την απαγόρευση μαζικών συγκεντρώσεων είναι σημαντική και οι κυβερνητικές στρατηγικές επικοινωνίας για την ενημέρωση του κοινού σχετικά με τον καλύτερο τρόπο αποφυγής της λοίμωξης είναι ζωτικής σημασίας.
Ταχείες δράσεις από εθνικές και διεθνείς υγειονομικές αρχές είναι απαραίτητες για την επιβράδυνση της μετάδοσης και τη διακοπή της αλυσίδας μετάδοσης προτού η επιδημία μετατραπεί σε πανδημία.
Η ανίχνευση, διερεύνηση και αναφορά των πρώτων κρουσμάτων πρέπει να γίνεται γρήγορα ώστε να είναι εφικτός ο ταχύς περιορισμός της πανδημίας. Τελικά, η απόφαση για τη δρομολόγηση επιχείρησης ανάσχεσης εναπόκειται στις εθνικές αρχές. Η βασική στρατηγική ανάσχεσης χρησιμοποιεί προσέγγιση που βασίζεται σε γεωγραφικά κριτήρια σύμφωνα με την οποία τα αντι-ιικά φάρμακα και τα μη φαρμακευτικά μέτρα χρησιμοποιούνται σε καθορισμένη περιοχή που περιβάλλει τα αρχικά κρούσματα ώστε να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού πέρα από τη Ζώνη Ανάσχεσης. Τα πρωτόκολλα του ΠΟΥ θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις χώρες ως βάση για τη δημιουργία πιο λεπτομερών επιχειρησιακών σχεδίων και διαδικασιών, όπως επίσης και από διεθνείς ομάδες που διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στις εν λόγω επιχειρήσεις. Τα πρωτόκολλα αυτά επικαιροποιούνται και αναθεωρούνται καθώς γίνονται διαθέσιμες νέες πληροφορίες και αναπτύσσονται πιο λεπτομερείς οδηγίες και εργαλεία. Οι χώρες ενθαρρύνονται έντονα να αναπτύξουν και να ενσωματώσουν σχεδιασμό ανάσχεσης στα εθνικά τους σχέδια ετοιμότητας για την πανδημική γρίπη.
Οι πανδημίες θέτουν ιδιαίτερες προκλήσεις όσο αφορά την απόπειρα κατάρτισης οπτικής αναπαράστασης με γραφήματα, ράβδους και διαγράμματα. Μια από τις πλέον κοινές μορφές οπτικοποίησης της τάσης της νόσου με το πέρας του χρόνου στον πληθυσμό απεικονίζεται με γράφημα στο οποίο ο αριθμός των νέων κρουσμάτων (επίπτωση) τοποθετείται στην τεταγμένη και ο χρόνος στην τετμημένη. Το γράφημα που διαμορφώνεται από τα δεδομένα που συλλέγονται κατά τη διάρκεια επιδημίας δημιουργεί μια «επιδημική καμπύλη» (που απεικονίζεται ορθότερα από ραβδοειδές διάγραμμα). Η επιδημική καμπύλη παρέχει πολύτιμα στοιχεία για την πορεία της επιδημίας και μπορεί να βοηθήσει στην απάντηση σημαντικών ερωτημάτων όπως: «ποια ήταν η πορεία εξάπλωσης της νόσου;», «πότε συνέβη η έκθεση στον παράγοντα της νόσου;», «ποια ήταν η περίοδος επώασης;», «υπήρχαν τυχόν δευτερεύοντα κρούσματα;». Η πορεία της νόσου στον χρόνο που αναπαράγεται από τις ράβδους ή από το σχήμα της καμπύλης, μπορεί να φανεί χρήσιμη στην ανάπτυξη υποθέσεων για την αιτία της νόσου και τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά της, καθώς και στην πρόβλεψη της μελλοντικής πορείας της.
Ενώ οι επιδημικές καμπύλες χρησιμοποιούνται για να αναπαραστήσουν τη νόσο ως συνάρτηση χρόνου, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες είναι χρήσιμο να αποτυπωθεί η γεωγραφική (ή χωρική) κατανομή της νόσου.
Κατά τη διάρκεια παλαιότερων επιδημιών οι αρχές και οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας κατέφευγαν στους χάρτες για επικαιροποιημένα στοιχεία σχετικά με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα, τους πληθυσμούς υψηλότερου κινδύνου και τους διαθέσιμους ή απαιτούμενους πόρους υγειονομικής περίθαλψης.
Η επιτήρηση των νοσημάτων συνιστά σήμερα χαρτοκεντρική δραστηριότητα στην οποία χρησιμοποιείται τεχνολογία συστήματος γεωγραφικών πληροφοριών (GIS) για τη συλλογή, την ανάλυση και την κοινή χρήση βασικών δεδομένων.
Στην απλούστερη περίπτωση η χωρική κατανομή συνοψίζεται σε χάρτη ο οποίος παρουσιάζει τη συχνότητα των υφιστάμενων κρουσμάτων σε δεδομένη στιγμή (χάρτης επιπολασμού) ή τα νέα κρούσματα που εμφανίστηκαν σε δεδομένη χρονική περίοδο (χάρτης επίπτωσης).
Επιλεγμένες βιβλιογραφικές παραπομπές
- Managing epidemics key facts about major deadly diseases. WHO,SBN 978-92-4-156553-0
- ΠΟΥ. «SARS: How a global epidemic was stopped»(PDF). Ανακτήθηκε στις 25 Μαρτίου 2020.
- Lu, Michael C. «What the world can do to halt future pandemics». Newsday. The Washington Post. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουνίου 2020.
- Watts, Charlotte H.; Vallance, Patrick; Whitty, Christopher J. M. (18 Φεβρουαρίου 2020).«Coronavirus: global solutions to prevent a pandemic».Nature.578 (7795): 363.
- Morse, et Al «Prediction and prevention of the next pandemic zoonosis». The Lancet.380 (9857): 1956–1965.:
- «To prevent pandemics, bridging the human and animal health divide». Salon. 1 Ιουνίου 2020. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουνίου 2020.
7.Cheng e Al «Severe Acute Respiratory Syndrome Coronavirus as an Agent of Emerging and Reemerging Infection». Clinical Microbiology Reviews.20 (4): 660–694.doi:10.1128/CMR.00023-07.
- Kahn, Jennifer (21 Απριλίου 2020).«How Scientists Could Stop the Next Pandemic Before It Starts». The New York Times. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουνίου 2020.
Δικτυακοί πόροι